Περνώντας και ξαναπερνώντας από ένα συγκεκριμένο σημείο, επί της Τσιμισκή, δεν μπορώ να μην διαβάζω κάθε φορά το σύνθημα στον τοίχο "Αφεντικά 3 ευρώ να είναι η ώρα σας". Κάθε φορά, επίσης, χαμογελώ παρόλο που αν το διάβαζα αυτό προ πολλών ετών, το χαμόγελό μου θα ήταν πιο σατανικό, ακολουθούμενο από ένα ακατανίκητο συναίσθημα για δικαίωση με νομοτελειακή εγγύηση αλλά σε ανθρώπινες ταχύτητες, δηλαδή σύντομα.
Ποτέ μου δεν είχα εργασία πενθήμερη και εξυπακούεται πως δεν είχα ποτέ μόνιμο πρωινό ωράριο. Δεν μπήκα ποτέ πουθενά με σύμβαση, ούτε με οκτάμηνη απασχόληση σε κάποιο δημόσιο φορέα και γενικώς απασχολήθηκα αποκλειστικά και μόνον στον ιδιωτικό τομέα, σε δουλειές που έβρισκα η ίδια (με τα κυάλια τα voucher τα είδα στο βάθος να με χαιρετάνε) εκεί που δεν χαρίζεται κανείς σε κανέναν, με εξαίρεση τα χρόνια που διατηρούσα οικοδιδασκαλείο, σε μια χώρα που δεν επικροτεί την νομιμότητα και προσπαθεί να αφαιρεί κίνητρα από τον ελεύθερο επαγγελματία, τιμωρώντας τον για το μπλοκάκι που διατηρεί.
Ο ιδιωτικός τομέας, μόνο, δεν αποτέλεσε μεγάλο σχολείο για την διαμόρφωση κάποιων αντιλήψεων που έχω σήμερα ή για την διαμόρφωση του χαρακτήρα μου, αλλά και οι τελείως αντιφατικές δουλειές που έκανα και που με οδήγησαν, τελικά, στο να δώσω πέντε φάσκελα σε όλους, καταλήγοντας σε κάποιες σημαντικές αποφάσεις για την ζωή μου.
Αυτό δεν σημαίνει πως οι όποιοι εργοδότες, δεν φακελώθηκαν δια παντός στα κιτάπια του μυαλού μου και δεν θα ακολουθούνται από την δική μου όπως και πολλών άλλων υπαλλήλων τους, βαρυκαρδία...Το θεωρώ, εξάλλου, ανθρώπινο και ενίοτε επιβεβλημένο. Η πικρία δεν είναι καταδικαστέα, ιδίως όταν έχεις αδικηθεί ανοιχτά και κατάφωρα. Καλής πάστας εργοδότης δεν μού έλαχε ποτέ...
Νομίζω πως έφτασε η ώρα να ανοίξω τους φακέλους, όχι για να πω τα πάντα ( θα πω μόνον κάποια γεγονότα και περισσότερο τις παρανυχίδες ), αλλά για να βιώσω μια προσωπική λύτρωση, μια αναγέννηση που θα με βοηθήσει να ρίξω μια ταφόπλακα κυρίως σε πρόσωπα που μού προκαλούν απέχθεια, αλλά και να μοιραστώ με ένα σωρό ανθρώπους, πράγματα που ίσως να τους προκαλέσουν γέλωτα, γιατί ίσως οι ίδιοι να έχουν βιώσει τρις χειρότερα!
Ξεκινάμε λοιπόν;;;;
Φάκελος Φροντιστηριούχα
Χαρακτηριστικά προσώπου : Μίξη αλεπούς φενέκ με Δημήτρη Σταρένιο (Φίλοι μας είναι οι Γερμανοί/ Οι Γερμανοί μάς αγαπάνε)
Αντιπροσωπευτικά λήμματα από το λεξικό : Παραδόπιστη, Ποταπή, Φθηνιάρα, Δεύτερη
Περιγραφή που επικυρώνει τα άνωθεν
Τα πονηρά ματάκια της δεν μού προκάλεσαν ιδιαίτερη εμπιστοσύνη μόλις τα πρωτοαντίκρυσα και κατά 95% η πρώτη μας αίσθηση για κάποιον είναι η πραγματική και ό,τι και να γίνει, αυτή θα είναι πάντα. Μόλις είχα τελειώσει, όμως, το Πανεπιστήμιο και, τι να κάνω, που χρειαζόμουν ένα ξεκίνημα, ένα βάπτισμα του πυρός, έναν μπούσουλα, ένα κάτι, ρε αδερφέ!
Εννοείται πως δεν μπήκε στον κόπο να μού εξηγήσει τι ακριβώς θέλει από 'μένα, ποιο είναι το σύστημα με το οποίο δουλεύει το φροντιστήριό της, τι ζητάει (αναγκαστικά μύριζα τα δάχτυλά μου ή προσέτρεχα στους συναδέλφους) αλλά και τι θα μού δώσει για αντάλλαγμα. Οι απαιτήσεις μου δεν ήταν πρωτάκουστες, ούτε προσγειώθηκαν από άλλον πλανήτη. Πόσα θα είναι τα λεφτά και τι ασφάλιση θα έχω ή καλύτερα ΑΝ θα έχω ασφάλιση. Το πρώτο σκέλος το προσδιόρισε εντός, εκτός κι επί τα αυτά, ενώ το δεύτερο το απέφευγε τεχνηέντως, ποντάροντας στο "μικρή είναι αυτή, θα την εκμεταλλευτώ προς όφελός μου".
Ως προς τα χρήματα, που μόλις ανέφερα, ήθελε τους ολόκληρους μήνες όπως ο Νοέμβριος ή ο Μάρτιος που δεν έχουν ιδιαίτερες αργίες, να πληρώνει με μισθό, ενώ τους μήνες με αργίες, με τις ώρες, γιατί εννοείται θα έβγαιναν λιγότερα τα χρήματα ωρομισθιακά αντί να χρεωθεί έναν μισθό που δεν θα ανταποκρινόταν στις εργάσιμες μέρες. Αυτό δεν το δέχτηκα και προτίμησα να πληρώνομαι πάντα με τις ώρες γιατί οι πολλές μανούβρες θα μάς οδηγούσαν σε αναπόφευκτα τρακαρίσματα ( ήδη από την πρώτη εβδομάδα, φάνηκε ξεκάθαρα πως δεν θα δέσει το γλυκό ). Βέβαια το περίεργο δεν είναι που δεν δέχτηκα εγώ, αλλά που δέχτηκε αυτή...Φυσικά δεν με ενδιέφερε ποια ήταν η παγίδα, ούτε το ανέλυσα μέχρι σήμερα!
Το όλο πρόβλημα με την υπόσταση, τον χαρακτήρα και το είναι της, ξεκινούσε και τελείωνε στα χρήματα. Οι κουβέντες της ήταν μόνο για χρήματα, μας έπρηξε με την περιουσία που έχτισε, τα σπίτια που πήρε και τα εξοχικά που έκανε, όλα τα μετρούσε σε οικονομικό επίπεδο και ήταν πολύ λυπηρό να μην της αποφέρουν χρήματα οι 'καλημέρες' ειδάλλως θα καλημέριζε με προσποιητή χαρά όλο τον κόσμο από τις 5 το πρωί μέχρι τις 5 το άλλο πρωί, με μια ανάπαυλα 9-12 το βράδυ, για να αυξήσει τα μηδενικά στον τραπεζικό της λογαριασμό!
Κάποιο λάθος πρέπει να συνέβει κατά τον σχηματισμό του εγκεφάλου της στην διάρκεια κύησης. Αναπτύχθηκε σε σχήμα τετραδίου παρέα με μολύβι (δύο στην τιμή του ενός) ή σε μαυροπίνακα με κιμωλία επειδή το εργοστάσιο κατασκευής ήταν παλαιών προδιαγραφών και ήταν, γενικώς, παλαιό μοντέλο κυκλοφορίας. Το μεγαλύτερο δυστύχημα που της συνέβη ήταν ότι λόγω των φυσικών εκκρίσεων, λειτουργιών και αποβολών από τον οργανισμό, ήτο πρακτικά αδύνατον να διατηρεί μασούρια με λεφτά μέσα της. Διαφορετικά θα τα κατάπινε σε σακουλάκια για να τα νιώθει μόνιμα ασφαλή στο στομάχι της ή θα τα φύλαγε στο ορθό, επιβεβαιώνοντας την σοφή λαϊκή ρήση "να τα βάλεις εκεί που ξέρεις". Υπό συζήτηση και η μορφή εμφυτευμάτων για υποδόρια αποθήκευση, μολονότι δεν θα την άφηναν ποτέ να ταξιδέψει αεροπορικώς, αν και δεν νομίζω να την ένοιαζε αυτό, αρκεί τα λεφτουδάκια της να είναι ασφαλή.
Αρχές κάθε μήνα που κουβαλούσε σε φακελάκια με τα ονόματά μας τις πληρωμές, είχαμε κηδεία. Υπήρξαν φορές που άφηνε την τσάντα της ανοιχτή ( για να βλέπουμε ) και πάνω που λέγαμε σήμερα θα πληρωθούμε, τώρα θα πληρωθούμε, αύριο θα πληρωθούμε, μάς τα έδινε μετά από μια εβδομάδα. Το έβλεπες...Δεν ξεκολλούσαν εύκολα τα λεφτά από την τσάντα της. Ράγιζε η καρδιά της για αυτήν την αγγαρεία! Άνοιξε πέτρα για να μπω, ήλιος να μη με βλέπει! Μέχρι τότε δεν ήξερα πώς μπορεί να είναι μαγαρισμένα τα χρήματα που λαμβάνει κάποιος. Μαζί της το έζησα στο πετσί μου!
Βίωσα ολόκληρο κήρυγμα για το ότι εμείς οι νέοι δεν διακατεχόμαστε από πνεύμα οικονομίας και αποτελεί μέγα αδίκημα το να πετάξεις μισογραμμένο χαρτί στα σκουπίδια. Ένα φύλλο χαρτί πρέπει να γράφεται απ' άκρη σ'άκρη και από τις δύο πλευρές κι έπειτα να πετιέται στα σκουπίδια. Για ανακύκλωση ούτε λόγος...
Στο πνεύμα οικονομίας καθαιρέθηκε και η καθαρίστρια, καθώς δεν έμεινε ευχαριστημένη από την δουλειά της κι έτσι από την μία φορά την εβδομάδα δεν ξαναπάτησε καμία. Τα παιδιά, όμως, είναι γεγονός πως μεταφέρουν απίστευτα μικρόβια από το σχολείο και δεν είναι όλα εξοικειωμένα με το πλύσιμο χεριών, αφού κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να τους το διδάξει. Από την πολλή βρώμα και έλλειψη απολύμανσης, κόλλησα γαστρεντερίτιδα και να κάνει τον σταυρό της που δεν έκανα εμετό εκεί μέσα. Παρόλο, όμως, που με έβλεπε να καταρρέω όσο περνούσε η ώρα και ο πυρετός να ανεβαίνει επικίνδυνα, δεν μού επέτρεψε να φύγω για να μην χρεωθεί το φροντιστήριο τηλεφωνήματα ακυρώσεων κι έτσι με κράτησε με ματζουράνες και λοιπά γιατροσόφια. Όταν με είδε συνάδελφος τρόμαξε κι όταν ρώτησε την οχιά "Μα γιατί δεν αφήνετε το κορίτσι να φύγει, δεν το βλέπετε που είναι χάλια;" η απάντηση ήταν "εγώ την λέω να φύγει αυτή δεν φεύγει"! Δεν φταίει κανείς, εγώ φταίω που δεν έπιασα τα καμμένα από το οξυζενέ μαλλιά της να της τα δώσω να τα φάει. 'Έκτοτε πήρα απολυμαντικά με δικά μου έξοδα, τα οποία αποθήκευσα σε ειδική καταπακτή για να μην μου τα βρει και τα πάρει για τον εαυτό της, ώστε να είμαι ήσυχη ότι θα απολυμαίνω πόμολα και θρανία.
Πέραν της όποιας φθήνιας της σε σημαντικά πράγματα (σημειωτέον δεν είχαμε γραμματέα καθώς αποτελούσε κι αυτό έξοδο), το χειρότερο που μού έκανε κυρίως την πρώτη χρονιά (δύο άντεξα όλο κι όλο), ήταν ο μόνιμος ψυχολογικός πόλεμος. Για όλα έφταιγα ΕΓΩ! Από τα αν ένα παιδί δεν ερχόταν μια φορά στο μάθημα, μέχρι το πού ήταν ένα βιβλίο. Ήταν πολύ έξυπνη για να το πετυχαίνει πάντα έντεχνα και με έμμεσους τρόπους, αλλά αρκετά ηλίθια για να καταλάβει ότι αυτό δεν θα την οδηγήσει πουθενά. Εδώ δεν θα πω άλλα, γιατί ήδη οι φλέβες μου τσιτώνουν. Άλλωστε προσπαθώ να λυτρωθώ!
Όταν με ρώτησε μια κοπέλα (πολύ το συμπαθούσα αυτό το κορίτσι), αν γνωρίζομαι από τα παλιά μαζί της κι αν έχουμε κάποιες διαφορές, ένιωσα ότι δικαιώνομαι κι ότι δεν ήταν αποκυήματα της φαντασίας μου οι κακοί της τρόποι και η αγένειά της απέναντί μου. Σε όλους έκανε τα στραβά μάτια αν μασούσαν τσίχλα ( κι αυτή μασούσε μόνιμα σαν κατσίκα που βόσκει άτσαλα ) ή αν είχαν κάποιον καφέ μαζί τους, αλλά από εμένα δεν σήκωνε τέτοια. Τα δυο μέτρα και δυο σταθμά ήρθαν να με πνίξουν κάποια στιγμή, όταν έμεινε έγκυος μια εκ των συναδέλφων Αγγλικού και πήρε στην θέση της μια ψυχολόγο που έκανε μεταπτυχιακό στην Αγγλία ( oh my god ), για να μην πάρει από τον ΟΑΕΔ κάποιο άλλο άτομο και μπλέξει οικονομικά και ασφαλιστικά. Αυτήν την υπεραγαπούσε και όλα της τα επέτρεπε. Και καφέδες και αναψυκτικά και τσίχλες.
Έτσι την δεύτερη χρονιά, αφού είχα πάρει την απόφαση ότι θα είναι και η τελευταία, έκανα να της μιλήσω έναν μήνα, της έδειχνα ότι με ενοχλεί η φάτσα της και γενικώς δεν μού καιγόταν καρφί. Τότε ήταν που με άφησε σχετικά ήσυχη ( δεν μπορείς να μεταμορφωθείς σε καλό άνθρωπο από την μια στιγμή στην άλλη ), αλλά δεν το σκέφτηκε νωρίτερα. Με πολλά ακόμα σκηνικά απείρου κάλους ήρθε η στιγμή να αποχωρήσω με χαμόγελο και πάντα με επιχειρήματα ( γενικώς τις υστερίες δεν τις μπορώ ), αν και υπήρξε μέχρι την τελευταία στιγμή τιποτένια. Μού ζήτησε το χαρτί με τα τηλέφωνα των μαθητών, γιατί τάχα εκλάπη το laptop με τα αποθηκευμένα στοιχεία τους. Φυσικά δεν ήταν αυτός ο λόγος, αλλά για να μην "τσιμπήσω" μαθητές της. Δεν το είχα ανάγκη, γιατί οι γονείς που ήθελαν να με βρουν, με βρήκαν και χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία.
Έκτοτε συναντηθήκαμε πολλές φορές στον δρόμο και προσπαθώντας πάντα να το παίξει κυρία, με χαιρετούσε. Όχι από καλή προαίρεση αλλά από δηθενιά. Δεν μπόρεσα να την χαιρετίσω ποτέ ξανά. Μια φορά τελευταία, πάντα τελευταία. Δεν μπορούσα να ξεχάσω το ότι εξαιτίας της απέκτησα σοβαρά στομαχικά και εντερικά προβλήματα που ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσω 9 ( και που ουσιαστικά ποτέ δεν αντιμετωπίζοντι στο 100% ) κι έμαθα να ζω μαζί τους. Δεν μπόρεσα να ξεχάσω το ότι η έλλειψη ενσήμων μού στοίχισε στην πράξη την διεκδίκηση θέσεων σε άλλους τομείς μέχρι πρότινος. Δεν μπορούσα να διαγράψω μονοκοντυλιά, τις φορές που γκάριζε ή με μείωσε μπροστά στα παιδιά για ανύπαρκτους λόγους. Από όλους, αυτήν θυμάμαι με μεγαλύτερη οργή και μένος.
Και το πιο τραγικό; Έβαλε άλλους να με πάρουν τηλέφωνο, για να επιστρέψω. " 'Ελα με τους δικούς σου όρους", διαμήνυσε...
Δεν έρχομαι κι αυτό αποτελεί δικό μου όρο...
Τέλος Α' Μέρους
Συνεχίζεται...